Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2013

Σωτηρία Μπέλλου

 Πάντα πίστευα ότι η υπόσταση μας πρέπει να στηρίζεται στην φράση "κοιτάω μπροστά με το βλέμμα πίσω" . Εκτός από το παρών και το μέλλον λοιπόν υπάρχει και το παρελθόν , μέσα από το οποίο στην Ελλάδα της κρίσης οφείλουμε να παίρνουμε παραδείγματα και ηθικά διδάγματα .
Με μια πολύ μικρή έρευνα στο διαδίκτυο βρήκα λοιπόν πως υπάρχουν εκατοντάδες Έλληνες που η ζωή τους έχει πολλά να μας διδάξει .
 Σήμερα θα ασχοληθώ με μια από αυτές τις μυθιστορηματικές ζωές  , την Σωτηρία Μπέλλου .

Η Σωτηρία Μπέλλου γεννήθηκε από εύπορη οικογένεια της Χαλκίδας το 1921. Η οικογένεια της, αρβανίτες στην καταγωγή, επιθύμησαν να της δώσουν από μικρή μια καθώς πρέπει ανατροφή όπως άρμοζε στα κορίτσια της εποχής. Η Σωτηρία από μικρή είχε «ξερό κεφάλι» και δεν αποδέχονταν τον ρόλο που προορίζονταν για εκείνη χωρίς εκείνη. Από μικρή εξελίσσεται σε ένα επαναστατικό αντισυμβατικό παιδί. Διαβάζει όλες τις εφημερίδες που φέρνει ο πατέρας της σπίτι, ψέλνει στην εκκλησία του θείου της στο Σχηματάρι και παίζει με τα αγόρια στις αλάνες. Παιδί ακόμα θα ζητήσει από τον πατέρα της να την πάει σινεμά να δει την «Προσφυγοπούλα» με την Βέμπο, στην οποία η Σωτηρία ήθελε από μικρή να μοιάσει.

Δυστυχώς ο αντισυμβατισμός της Σωτηρίας θα την φέρει σε ρήξη με την οικογένειά της στην κρίσιμη ηλικία της εφηβείας. Η Σωτηρία θα γνωριστεί με έναν πολύ μεγαλύτερο άνδρα στο μαγαζί του πατέρα της, τον Βαγγέλη Τριμούρα. Παρά τις οικογενειακές ενστάσεις, η άπειρη ακόμα Σωτηρία, θα τον παντρευτεί στα 17 της. Ο γάμος της δεν θα γνωρίσει ευτυχία. Ο άνδρας της μέθυσος και άπιστος την χτυπά συχνά, όμως η Σωτηρία δεν δέχεται τέτοια μεταχείριση και σε έναν τους καβγά του καίει το πρόσωπο με βιτριόλι. Για την πράξη της αυτή θα καταδικαστεί σε τρία χρόνια φυλακής στις φυλακές Αβέρωφ. Η αποφυλάκισή της την φέρνει αντιμέτωπη με το γεγονός του στιγματισμού της και έτσι η Σωτηρία φεύγει για την Αθήνα σε ένα τραίνο γεμάτο φαντάρους το 1940.

Στην Αθήνα της κατοχής, η Σωτηρία Μπέλλου, οργανώνεται στο ΕΑΜ. Πηγαίνει μηνύματα σε γιάφκες, συμμετέχει σε συσσίτια αλλά και σε καλλιτεχνικές εκδηλώσεις. Η επαναστατικότητα του χαρακτήρα της γνωρίζει διέξοδο στην επαναστατικότητα των ιδεών του αντάρτικου. Το 1943, η Σωτηρία θα συλληφθεί από τους Γερμανούς στην Καισαριανή, καθ’ υπόδειξη ενός ντόπιου καταδότη. Την μεταφέρουν στην Μέρλιν και την βασανίζουν για τρεις μέρες. Ακολουθεί η φυλάκισή της μέχρι το 1944 όπου με την απελευθέρωση την αφήνουν ελεύθερη. Γνωρίζεται με τον Χαρίλαο Φλωράκη και στα Δεκεμβριανά λαμβάνει μέρος στις αιματηρές μάχες του ΕΛΑΣ στην Καισαριανή. Με την έναρξη του εμφυλίου, η Σωτηρία Μπέλλου συλλαμβάνεται ξανά από τους χωροφύλακες και γνωρίζει έναν νέο κύκλο ξυλοδαρμών και βίας λόγω των φρονημάτων της. Την κρατάνε με άλλους κομμουνιστές και αριστερούς στο υπόγειο της οδού Βουκουρεστίου, στο καμπαρέ «Κιτ-Κατ». Αργότερα αφήνεται ξανά ελεύθερη και πιάνει δουλειά στο μαγαζί του «Τζίμη του Χοντρού» με τον Τσιτσάνη. Στο μαγαζί θα γνωρίσει και νέες περιπέτειες το 1946. Μια βραδιά μια παρέα από χίτες μπαίνουν στο μαγαζί και της ζητάνε να πει το «Του αετού ο γιός». Η Μπέλλου που δεν ανέχεται να σκύβει κεφάλι για κανέναν του απαντά «Α πάενε ρε» και τότε οι χίτες της ορμάνε και την ξυλοφορτώνουν. «Έξι άτομα με βαράγανε στο πάλκο αλλά αυτό που με πόνεσε πιο πολύ ήταν που δεν σηκώθηκε ένας άντρας να με υπερασπιστεί» λέει η ίδια για το περιστατικό.

Δύο χρόνια μετά, η Μπέλλου θα φύγει από το μαγαζί για να δουλέψει μαζί με τον Βαμβακάρη. Τότε είναι που ξεκινά η εποχή φτώχειας και για την τραγουδίστρια. Για να επιβιώσει πλένει σκάλες, ξεφορτώνει λεωφορεία και πουλά τσιγάρα με ένα καρότσι στην Ομόνοια. Τις νύχτες κοιμάται σε βαγόνια και παγκάκια. Με τα λίγα της λεφτά αγοράζει παπούτσια και κουβέρτες. Τελικά θα καταφέρει να νοικιάσει μια μικρή κάμαρα στην οδό Αβάτων στο Περιστέρι και να αγοράσει μια κιθάρα, όνειρο που το είχε από μικρή. Η ιστορία της λήγει όταν διαγνώστηκε με καρκίνο του φάρυγγα , στις 27 Αυγούστου του 1997 άφησε την τελευταία της πνοή στο νοσοκομείο Μεταξά . 

Η Σωτηρία Μπέλλου λοιπόν από μικρή ήταν αντισυμβατική , κυλούσε στο αίμα της το πάθος για αντίσταση , όποιο και αν ήταν το πρόσωπο του εχθρού . Δεν κατάφερε να ζήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα καλά . Κατάφερε όμως να τραγουδήσει τραγούδια που ακόμη και σήμερα τα ακούμε και μας ταξιδεύουν . Κατάφερε να πεθάνει με αξιοπρέπεια αφήνοντας πίσω της κόσμο να ρωτά για να μάθει για την ζωή της . Έβαλε ένα μικρό λιθαράκι στην αντίσταση μα και στην ιστορία του ρεμπέτικου τραγουδιού στην Ελλάδα , την εποχή που τραγουδούσαν στα μαγαζιά με ψυχή , με ανιδιοτέλεια .  


Είναι μερικές ιστορίες ζωής που μπορεί ο καθένας να τις ερμηνεύσει από την δική του σκοπιά , σαν μυθιστόρημα . Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας αναζήτησης μόνο θετικό μπορεί να είναι . 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου